Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Γιατί φοβόμαστε τον θάνατο;

Του Δημήτρη Κούκη παιδοψυχολόγου, ψυχοθεραπευτή
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί η σκέψη του θανάτου μας παγώνει; Γιατί η σκέψη ότι μπορεί να χάσουμε αγαπημένα πρόσωπα μας τσακίζει; Γιατί η σκέψη ότι εμείς μπορεί να πεθάνουμε και να μην ξαναδούμε ανθρώπους που αγαπάμε, μας μουδιάζει; Γιατί ο θάνατος σαν έννοια μας φοβίζει, μας τρομοκρατεί; Στο επιστημονικό άρθρο που θα διαβάσετε θα κατανοήσετε πλήρως γιατί μας καταλαμβάνει ο φόβος του θανάτου, γιατί αναρωτιόμαστε εάν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο και ποιος ο ρόλος της θρησκείας και των φιλοσόφων σε αυτό....
Ο βασικότερος αντίπαλος της πίστης και της εμπιστοσύνης είναι ο φόβος. Ένας φοβισμένος άνθρωπος βιώνει επώδυνα το συναίσθημα της απόγνωσης και στην προσπάθειά του να αποφύγει τις φοβίες του, συχνά απομακρύνεται από τον πυρήνα της ύπαρξής του.
Ο πιο σημαντικός φόβος ίσως είναι αυτός του θανάτου, που αποτελεί πανανθρώπινο κι οικουμενικό φαινόμενο και είναι διαρκώς παρών στη σκέψη των ανθρώπων καραδοκώντας σε σκοτεινές πλευρές του μυαλού τους. Η τρομακτική σκέψη του αναπόφευκτου του θανάτου μας εμποδίζει να απολαύσουμε τη ζωή και συχνά πυροδοτεί εκδηλώσεις ψυχοπαθολογικής συμπεριφοράς, όπως η κατάθλιψη ή οι κρίσεις πανικού. Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να μισήσουν την ίδια τη ζωή, λόγω της απειλής του θανάτου.Οι άνθρωποι βιώνουμε το θάνατο άλλοτε ως προσωπική αποτυχία ή ως αδικία, άλλοτε ως χρεοκοπία της ιατρικής και της επιστήμης, άλλοτε ως αδυναμία να κρατήσουμε στη ζωή αυτούς, που αγαπάμε με τρόπο μαγικό.
Ο φόβος του θανάτου πολλές φορές καταλαμβάνει τόσο χώρο και χρόνο στη ζωή μας, ώστε αδυνατούμε να ζήσουμε την ίδια τη ζωή. Είναι τόσο έντονη η παρουσία του, που αποτελεί μια διαρκή απειλή. Κάποιοι πιστεύουν ότι πάσχουν από αμέτρητες αρρώστιες.... Κάποιοι προσπαθούν να προβλέψουν το τέλος της ζωής, για να εμποδίσουν τον ερχομό του ή γίνονται ατρόμητοι για να φοβίσουν το θάνατο... Κάποιοι αναζητούν την αιωνιότητα μέσα από την υστεροφημία, την κοινωνική καταξίωση, την απόκτηση πλούτου και δύναμης… Κάποιοι στρέφονται σε «υπερφυσικές» θρησκευτικές δοξασίες και αστρολογικές προβλέψεις…
Παρ’ όλα αυτά η οδύνη του θανάτου κυριεύει τη ζωή των περισσοτέρων ανθρώπων κι αναστατώνει τη σκέψη και τη συμπεριφορά τους. Η πλήρης άρνηση του επερχόμενου τέλους της ζωής, όπως και η εμμονή σε σκέψεις για το θάνατο, φανερώνουν τον ίδιο ακριβώς φόβο: να κοιτάξουμε κατάματα το θάνατο.
Ο φόβος του θανάτου υπάρχει πάντα κάτω από την επιφάνεια. Μας κυνηγάει σε όλη μας τη ζωή και εμείς χτίζουμε αμυντικούς μηχανισμούς, για να μπορέσουμε να χειριστούμε την επίγνωση του θανάτου. Δεν μπορούμε όμως να τον βγάλουμε απ' το μυαλό μας. Ξεσπάει σε κάθε εφιάλτη μας. «Προτιμάμε καλύτερα να πεθαίνουμε κάθε ώρα από το φόβο του θανάτου, παρά να πεθάνουμε μια φορά» αναφέρει ο Σαίξπηρ.
Αλλά το ζήτημα του θανάτου απασχολούσε έντονα τους ανθρώπους ήδη από πολύ παλιά. Ο Σωκράτης ζητούσε από τους ανθρώπους να σκεφτούν και να φιλοσοφήσουν πάνω σε θέματα ζωής και θανάτου και να τα αποδεχτούν, ενώ ο Επίκουρος πίστευε, ότι η αποστολή της φιλοσοφίας είναι να ανακουφίσει την ανθρώπινη δυστυχία και θεωρούσε βασικότερη αιτία δυστυχίας τον πανταχού παρόντα φόβο μας για το θάνατο.
Η Αγία Γραφή, ως έκφραση της Θείας Αποκάλυψης τού Θεού στον άνθρωπο, αναφέρεται σε ισόβιους δούλους για το φόβο του θανάτου "και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας" (Εβραίους 2/β: 14,15).
Όσο για την σύγχρονη επιστήμη, κατάφερε μεν να εμποδίζει την έναρξη της ζωής, δε μπόρεσε ωστόσο να νικήσει το τέλος της.
Κι ο Γούντι Αλεν ευφυολογώντας ανέφερε ενδεικτικά: «Δεν φοβάμαι το θάνατο, απλώς δεν θέλω να είμαι εκεί όταν θα έρθει»!
Ο σημαντικότερος εν ζωή υπαρξιακός ψυχοθεραπευτής, ο Irvin Yalom, μας προσκαλεί να μην αγνοήσουμε το θάνατο, ούτε να τον ξορκίσουμε, αλλά να πετύχουμε το δυσκολότερο: να συμφιλιωθούμε μαζί του και να αναμετρηθούμε με το μεγαλύτερο ανθρώπινο φόβο.
Αν κάτι καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω, είναι ότι τελικά ο φόβος του τέλους της ζωής αγγίζει σε υπαρξιακό επίπεδο ευαίσθητες και κρίσιμες πτυχές της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης, κι όχι μόνο του τέλους της. Ο θάνατος και η εσωτερική επεξεργασία του θανάτου αναδεικνύει ξεκάθαρα τη συνολικότερη θεώρηση του καθενός μας για το νόημα της ζωής, για τις σχέσεις με τον εαυτό μας, τους άλλους και τον κόσμο, για το πεπερασμένο της ύπαρξης. Είναι πραγματικά μια βιαιότητα η εμπειρία του πένθους, είναι όμως σημαντικό να αναγνωρίσουμε, ότι η ύπαρξη του θανάτου μάς βοηθά να ζήσουμε καλύτερα. Η χαρά, η νοηματοδότηση της ζωής, οι αναμνήσεις και οι εγγραφές από το παρελθόν, η μοναξιά, η απόγνωση, η ελευθερία, η φθορά, η αρρώστεια... μας οδηγούν να αναμετρηθούμε με τα δεδομένα της ύπαρξης και συνταράσσουν ενδότερες δομές της ψυχής μας. Η επεξεργασία του θανάτου αποτελεί την πιο σκοτεινή πλευρά της ύπαρξής μας, καθώς ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε το επερχόμενο τέλος, εξαρτάται από το πώς βιώνουμε την ίδια τη ζωή μας. Και τελικώς, όταν κάποιος δεν συλλαμβάνει το μεγαλείο της ζωής, γιατί να τον απασχολεί  ο θάνατος;
Αν προχωρήσουμε ένα βήμα πιο πέρα τον συλλογισμό μας, θα καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος φοβάται το χρόνο, καθώς αναζητά απεγνωσμένα να ανακαλύψει το μέλλον του, αντί να προσπαθεί να το διαμορφώσει. Και η αδυναμία του να ελέγξει τη ζωή του, τον κρατά καθηλωμένο στο ίδιο σημείο, σταματημένο και στατικό. Ο φόβος υπερτερεί μπροστά στην προσωπική ανάληψη ευθύνης κι ακολουθεί η πλήρης απουσία προσωπικής ελευθερίας. Συνεπώς η μελέτη του θανάτου από αδυναμία μπορεί να γίνει ανάληψη ευθύνης και κατάκτηση ελευθερίας.
Με λίγα λόγια, μιλώντας για το θάνατο, ουσιαστικά μιλάμε για τη ζωή. Και η επεξεργασία του θανάτου μπορεί να χαρίσει στη ζωή ένα νόημα που δεν είχε πριν, αν μετακινηθούμε εσωτερικά από την άρνηση του θανάτου στην αποδοχή της ζωής κι από την απελπισία για το αύριο στη φροντίδα για το τώρα. Αντ’ αυτού, μερικές φορές αναβάλλουμε την ίδια μας τη ζωή, επειδή νοιώθουμε πολύ απασχολημένοι με τα μικρά θέματα που εμφανίζονται.
Η συνάντηση με το θάνατο, άρα, δεν καταλήγει υποχρεωτικά σε απόγνωση, που στερεί τη ζωή από κάθε σκοπό. Αντίθετα, είναι μία εμπειρία που θα μας ξυπνήσει και θα μας οδηγήσει σε μια ζωή πιο πλήρη. Ο φόβος του θανάτου είναι στην ουσία ο φόβος του ανεκπλήρωτου. Γι αυτό και αρπαζόμαστε απ’ τη ζωή, γιατί βιώνουμε τη ζωή μας ως κάτι ανεκπλήρωτο.
Η αγωνία του θανάτου επισκέπτεται κάθε ψυχοθεραπευτική συνεδρία. Η ψυχοθεραπεία αποτελεί βαθιά και περιεκτική εξερεύνηση της πορείας του νοήματος της ζωής ενός ανθρώπου. Και δεδομένου ότι ο θάνατος κατέχει τόσο κεντρική θέση στην ύπαρξη μας και ότι ζωή και θάνατος αλληλοεξαρτώνται, δεν είναι δυνατόν να τον αγνοήσουμε. Ο θεραπευτής στοχεύει να συνδεθεί βαθιά κι αυθεντικά με τους ασθενείς του και καλείται πάντοτε, όχι απλώς να διαχειριστεί τη συμπτωματολογία των περιστατικών, αλλά να αναδείξει και να επεξεργαστεί τη συνολικότερη θεώρηση του θεραπευόμενου για το νόημα της ζωής, για τις έσχατες έγνοιες της ύπαρξης, όπως η φθορά, η ελευθερία, η υπαρξιακή απομόνωση, για τις διαπροσωπικές του σχέσεις, για το πεπερασμένο της ύπαρξης… Κι ασφαλώς κάθε θεραπευτής μέσα από μία τέτοια διαδικασία, μοιραία αναμετράται και ο ίδιος με τα δικά του υπαρξιακά σκοτεινά σημεία περί ζωής και θανάτου.
Όλα τα παραπάνω συνοψίζονται στο αγωνιώδες νεανικό μήνυμα που συναντάμε σε γκράφιτι γραμμένο στους τοίχους της πόλης: «Υπάρχει ζωή πριν το θάνατο;». Τελικά η ανθρώπινη απόγνωση δεν πηγάζει μόνο από απωθημένα ένστικτα, διαταραγμένους τρόπους σκέψης ή τραυματικές μνήμες… αλλά κυρίως από μια κατά πρόσωπο συνάντηση με την ύπαρξή μας, που αξίζει να την δούμε με χαρά.
Δημήτρης Κούκης
παιδοψυχολόγος (BA, MSc) – ψυχοθεραπευτής
www.dkoykis.gr

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Ο φόβος για τα φάρμακα της κατάθλιψης

Της Μυρσίνης Κωστοπούλου
Πάσχω από κατάθλιψη αλλά δεν έχω το θάρρος να πάω σε γιατρό. Φοβάμαι ότι θα μου δώσει χάπια και θα τρελαθώ. Άλλωστε με αυτά τα χάπια πλουτίζουν οι φαρμακευτικές και οι γιατροί.
Μόνο ένας ψυχίατρος μπορεί να αξιολογήσει την ένταση της κατάθλιψής σας και ανάλογα να χορηγήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, με ή χωρίς ψυχοθεραπεία.

Η διάρκεια της αγωγής είναι τουλάχιστον έξι μήνες ενώ τα αποτελέσματα, ανάλογα πάντα με το είδος του φαρμάκου, θα φανούν μετά από τον πρώτο μήνα σε ό,τι αφορά στην μείωση της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας.

Τα νέα αντικαταθλιπτικά φάρμακα που δρουν στους υποδοχείς της σεροτονίνης ή της νοραδρεναλίνης (SSRI, SNRI) εξισορροπούν την διάθεση, μειώνουν τις αρνητικές σκέψεις, βελτιώνουν τα σωματοποιητικά συμπτώματα της κατάθλιψης και ενισχύουν την ενεργητικότητα και τη βούληση που απουσιάζουν σε ένα καταθλιπτικό άτομο.

Σε γενικές γραμμές είναι ασφαλή φάρμακα και έχουν ελάχιστες παρενέργειες, οι οποίες πάντα θα πρέπει να ζυγίζονται έναντι του θεραπευτικού τους οφέλους. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να προκαλέσουν «τρέλα»,  όπως φοβάστε.

Οι καινοτομίες και οι εξελίξεις στον χώρο της φαρμακολογίας έχουν άλλωστε μειώσει σημαντικά τα κρούσματα και τις υποτροπές των ανθρώπων με σοβαρές ψυχικές ασθένειες, που σε άλλες εποχές θα έμεναν έγκλειστοι στα ψυχιατρικά ιδρύματα.
Η Μυρσίνη Κωστοπούλου είναι διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας-ψυχοθεραπεύτρια, email myrsi@hol.gr , twitter @myrsi1
Πηγή: ΝΕΑ